Ο Αντώνης Βεζυρόπουλος θα μείνει στην ιστορία ως ο «βοσκός των Ιμίων». Είναι ο τελευταίος άνθρωπος που δραστηριοποιούνταν στη «γυμνή» βραχονησίδα. Εκεί έβοσκε τα κατσίκια του μέχρι και τον Απρίλιο του 2004. Σήμερα είναι 91 ετών και διηγείται στους νεότερους τα βιώματά του από τότε που του έκαναν απόνερα στη βάρκα τουρκικές ακταιωροί με σκοπό να του βουλιάξουν το ψαράδικο και να μην φτάσει στην ελληνική χούφτα γης που τόσο αγαπά.
Μιλώντας στο «Έθνος της Κυριακής» από το σπίτι του στην Κάλυμνο δηλώνει ότι αρχικά ο ίδιος και στη συνέχεια τα παιδιά του, θα μπορούσαν να συνεχίσουν και μετά το 2004 να βόσκουν τα κατσίκια τους στα Ίμια, αρκεί να είχαν τη στήριξη της πολιτείας: «Μετέφερα για πρώτη φορά τα ζώα μου στη νησίδα το 1984. Έπαιρνα τη βάρκα μου από την Κάλυμνο και πήγαινα εκεί για να τα φροντίζω. Παράλληλα, μπορούσα να ψαρεύω. Σταμάτησα για λίγο λόγω της κρίσης του 1996. Μετά, όμως συνέχισα. Πήγαινα τουλάχιστον δύο με τρεις φορές την εβδομάδα. Με βοηθούσαν πότε τα αγόρια μου και πότε η γυναίκα μου. Τότε έπαιρνα σύνταξη 700 ευρώ το μήνα. Με αυτήν έπρεπε να ζήσω. Μου έδιναν και ένα μικρό ποσό από το Δήμο και έτσι μπορούσα, έστω με δυσκολίες, να βόσκω τα πρόβατά μου. Κάποια στιγμή, κοντά στο 2004, έπαψαν να μου δίνουν χρήματα για να καλύπτω μέρος των εξόδων μου, κυρίως τα πετρέλαια για τη βάρκα».
Ο 91χρονος κυρ Αντώνης το πήρε στην αρχή εγωιστικά: «Σκέφτηκα ότι δεν θα κάνω σε κανέναν τη χάρη να σταματήσω. Γιατί να μη βοηθήσω το κράτος μου; Η αλήθεια είναι ότι στενοχωρήθηκα πολύ. Όταν συνειδητοποίησα ότι δεν υπάρχει πρόθεση στήριξης, τότε αναγκαστικά αποσύρθηκα. Άντεχα τότε για κάποια χρόνια ακόμα. Μετά θα μπορούσαν να αναλάβουν τα παιδιά μου. Το λέει η ψυχή τους. Άλλωστε δεν ήταν λίγες οι φορές που τα έπαιρνα μαζί μου. Ήξεραν τι πρέπει να κάνουν και αγαπούσαν τον τόπο τους».
Σαν σήμερα θυμάται -όπως λέει- την τελευταία φορά που ανέβηκε στη νησίδα το 2004. Προϋπόθεση ήταν να συνοδεύεται από λιμενικούς του τοπικού Λιμεναρχείου, καθώς οι Τούρκοι είχαν εντείνει την προκλητικότητά τους: «Οι λιμενικοί μου είπαν ότι δε μπορώ να ανέβω μόνος μου στα Ίμια. Εγώ τους απάντησα ότι δεν χρειάζομαι συνοδεία. Είχα ακόμα κάποια κατσίκια εκεί. Δεν με ενδιέφερε αν συναντούσα Τούρκους. Εγώ θα έκανα τη δουλειά μου. ‘Το σκέφτηκες καλά;’ μου είπαν. Τελικά πήγαμε μαζί. Πράγματι προσπάθησαν να μας εμποδίσουν».
Η προσπάθεια εμβολισμού του Πλοίου Ανοιχτού Θαλάσσης «Γαύδος» σχολιάζεται από τον Αντώνη Βεζυρόπουλο με μία φράση: «Σκυλί που γαυγίζει δεν δαγκώνει». Ο ίδιος είχε βρεθεί πολλές φορές στην ίδια θέση με τους λιμενικούς που επανδρώνουν τα σκάφη του Λιμενικού και αντιμετωπίζουν την τουρκική εχθρότητα: «Με θυμάμαι να ταξιδεύω με τη βάρκα μου για τη νησίδα και να έρχονται δίπλα μου μεγάλα τουρκικά σκάφη κάνοντας ελιγμούς. Σαν τώρα θυμάμαι τα άσπρα μεγάλα πλωτά τους. Δημιουργούσαν απόνερα με σκοπό να με βουλιάξουν. Η βάρκα μου ήταν πολύ μικρή σε σχέση με τα δικά τους σκάφη. Έδειχναν να μην τους ενδιαφέρει αν πέσω στη θάλασσα και πνιγώ από τα κύματα. Τους έδειχνα, όμως, από την πλευρά μου ότι είχα το σθένος να συνεχίσω. Έκανα σαν να μην υπάρχουν. Συνέχιζα να ταξιδεύω προς τον προορισμό μου. Μου είχε τύχει πολλές φορές να βρίσκομαι πάνω στη βραχονησίδα και να περνούν από πάνω μου αεροσκάφη και ελικόπτερα. Σήμερα είμαι 91 ετών. Αν μου έλεγαν να πάω ξανά στα Ίμια θα το έκανα χωρίς δεύτερη σκέψη...».
«Είχαμε εξασφαλίσει 6.000 ευρώ»
Ο πρώην Δήμαρχος Καλύμνου, Δημήτρης Διακομιχάλης (με θητεία την επίμαχη περίοδο του 1996), είχε εξασφαλίσει, όπως λέει στο «Έθνος της Κυριακής», την καταβολή σε ετήσια βάση 6.000 ευρώ για να καλύπτει τα έξοδα για τα καύσιμα αλλά και τις τροφές των κατσικών του Βεζυρόπουλου.
«Δυστυχώς από ένα σημείο και μετά το ελληνικό κράτος έκρινε μετά από καταγγελίες ότι η δαπάνη αυτή δεν είναι νόμιμη. Γι’ αυτό 20 χρόνια τώρα σέρνομαι στα δικαστήρια με τον κίνδυνο του καταλογισμού, δηλαδή της επιστροφής των χρημάτων εντόκως. Σας διαβεβαιώ ότι αν το κράτος, παρά την ηλικία του Αντώνη Βεζυρόπουλου, έδινε την άδεια ή ο ίδιος ή κάποιοι άλλοι θα πήγαιναν ξανά κατσίκια στις βραχονησίδες».
Ο κ. Διακομιχάλης θυμάται ότι «μετά την κρίση του 1996 ο βοσκός συνέχισε να πηγαίνει απρόσκοπτα στα Ίμια μέχρι το Πάσχα του 2004. Έκτοτε δεν ξαναπήγε και αυτό θεωρώ ότι ήταν έγκλημα, αφού τόσο ο Δήμος Καλυμνίων, όσο και το Υπουργείο Εξωτερικών δεν συνέχισαν να καλύπτουν τα έξοδά του. Εγώ ως Δήμαρχος από τον Φεβρουάριο του 1996 μέχρι τον Δεκέμβριο του 2002 που είχα την ευθύνη του Δήμου πλήρωνα στο βοσκό τα έξοδα . Δυστυχώς αυτό δεν συνεχίσθηκε και γι’ αυτό κάποιοι έχουν την ευθύνη. Διέπραξαν έγκλημα σε βάρος των εθνικών μας συμφερόντων στο Αιγαίο. Επί των ημερών μου με αποφάσεις του Δημοτικού Συμβουλίου, εγκεκριμένες από την Περιφέρεια τον επιχορηγούσαμε με τις πιστώσεις που ήταν εγκεκριμένες στον προϋπολογισμό του Δήμου».
Ο Βεζυρόπουλος ήρθε το 2004, όπως περιγράφει ο πρώην Δήμαρχος, σε επαφή με κυβερνητικούς παράγοντες για να βρεθεί μία λύση: «Μου είχε πει ο ίδιος ότι μίλησε με κυβερνητικά στελέχη για την οικονομική στήριξή του αλλά ήταν απρόθυμοι για κάτι τέτοιο. Ταυτόχρονα, η τότε πλειοψηφία του Δήμου τον εγκατέλειψε, δεν βοήθησε οικονομικά έναν άνθρωπο πολύτεκνο και φτωχό με αποτέλεσμα να μην μπορεί να συνεχίσει το πήγαινε έλα και να πάρει τα κατσίκια του και να φύγει από τις βραχονησίδες».
Ποια όμως ήταν η σημασία της παρουσίας του βοσκού στα Ίμια; Ο κ. Διακομιχάλης υποστηρίζει ότι «το εθνικά σημαντικό ήταν ότι υποδήλωνε την ύπαρξη οικονομικής δραστηριότητας στα νησιά, που σύμφωνα με τα Δίκαιο της θάλασσας σήμαινε ότι τα Ίμια έχουν την δική τους υφαλοκρηπίδα και τη δική τους ΑΟΖ. Η παρουσία του βοσκού στα Ίμια υπερτόνιζε την ελληνικότητα των νησιών πέρα και έξω από τις Διεθνείς Συνθήκες και Συμβάσεις που κατοχυρώνουν τα νησιά στην Ελλάδα.
Το Μάρτη του 1996 το Τουρκικό Υπουργείο Εξωτερικών δημιούργησε δαπάνη προκειμένου να εξασφαλιστεί η τροφή των κατσικιών στα Ίμια. Αυτή ήταν η σπουδαιότητα της παρουσίας του Αντώνη του Βεζυρόπουλου εκεί. Από τότε που έφυγε οι Τούρκοι διευκολύνθηκαν στις απαράδεκτες διεκδικήσεις τους αναφορικά με το ότι τα Ίμια είναι Ελληνικά».
Υπενθυμίζεται ότι ο Δημήτρης Διακομιχάλης είχε υψώσει στις 25 Ιανουαρίου 1996 την ελληνική σημαία στη Μικρή Ίμια μαζί με τον τότε αστυνομικό διευθυντή Καλύμνου και δύο κατοίκους του νησιού. Τα τουρκικά τηλεοπτικά κανάλια είχαν μεταδώσει τις εικόνες με την υψωμένη σημαία και δύο ημέρες μετά δύο δημοσιογράφοι του γραφείου της εφημερίδας Χουριέτ στη Σμύρνη μετέβησαν με ελικόπτερο στη Μικρή Ίμια, υπέστειλαν την ελληνική σημαία και ύψωσαν την τουρκική. Τις ημέρες που ακολούθησαν η κρίση κλιμακώθηκε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου