4 ΔΕΚ 2017
Καμμένου και οι πλειστηριασμοί.
Σε μια κίνηση υψηλού ρίσκου, δηλαδή την υποβολή αιτήματος για αναστολή του μέτρου μείωσης των συντάξεων από την 1η Ιανουαρίου του 2019, προσανατολίζεται ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας. Ο κ. Τσίπρας είναι, σύμφωνα με πληροφορίες, αποφασισμένος να θέσει το συγκεκριμένο ζήτημα στο «τραπέζι» με τους εταίρους υπό δύο προϋποθέσεις. Πρώτον, ότι το ΔΝΤ θα αποχωρήσει από τα ελληνικά πράγματα είτε με την ολοκλήρωση του τρέχοντος προγράμματος είτε νωρίτερα. Δεύτερον, ότι από την πορεία των εσόδων του νέου έτους θα διασφαλίζεται ότι θα επιτευχθεί με άνεση ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα της τάξης του 3,5% το 2018.
Το Μέγαρο Μαξίμου εκτιμά πως, εάν οι δύο ανωτέρω όροι εκπληρωθούν, υπάρχουν βάσιμες ελπίδες το ελληνικό αίτημα να γίνει αποδεκτό. Οπως λέγεται, οι συμφωνηθείσες μειώσεις στις συντάξεις και στο αφορολόγητο ουσιαστικά επιβλήθηκαν από το ΔΝΤ ως «διαρθρωτικά» μέτρα και δεν αποτελούσαν μέρος της ατζέντας των θεσμών της Ευρωζώνης. Επίσης, προστίθεται, θα είναι δύσκολο, για πολιτικούς λόγους, τα κράτη-μέλη να εμφανίζονται να επιβάλλουν στην Ελλάδα μία –ακόμη– μεγάλη περικοπή στις συντάξεις, όταν διαφαίνεται ότι και χωρίς αυτήν μπορούν να επιτευχθούν τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα που έχουν κριθεί απαραίτητα για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους. Μάλιστα, πρόσθετο «παράθυρο» ευκαιρίας στην κατεύθυνση της επίτευξης του στόχου της Αθήνας μπορεί να αποτελέσουν οι πρόσφατες εξελίξεις στη Γερμανία, όπου διαφαίνεται η προοπτική συμμετοχής των Σοσιαλιστών, υπό τον κ. Σουλτς, στην κυβέρνηση.
Είναι προφανές ότι η τροπή που θα λάβει η συζήτηση για την περικοπή των συντάξεων θα επηρεάσει και τον χρόνο των εκλογών. Εάν ο κ. Τσίπρας επιτύχει να υπερβεί τον σκόπελο της εφαρμογής του μέτρου το 2019, θα έχει καθαρό τοπίο ακόμη και για την εξάντληση της τετραετίας. Σε διαφορετική περίπτωση, είναι πολύ πιθανή η προσφυγή στις κάλπες το φθινόπωρο του επόμενου έτους, ώστε το πολιτικό κόστος να μετακυλισθεί –τουλάχιστον εν μέρει– στον πρόεδρο της Ν.Δ. Κυρ. Μητσοτάκη.
Πάντως, ανεξαρτήτως του μεσοπρόθεσμου σχεδιασμού του, ο πρωθυπουργός καλείται να διαχειριστεί άμεσα μια σειρά από δυσεπίλυτα προβλήματα. Πρώτον, την υπόθεση Καμμένου, παρότι κυβερνητικά στελέχη ισχυρίζονται πως έχει «κλείσει» πολιτικά μετά την πρόσφατη μονομαχία Τσίπρα - Μητσοτάκη στη Βουλή και την απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για εμπάργκο όπλων στη Σαουδική Αραβία. Η Ν.Δ. φέρεται αποφασισμένη να διατηρήσει το θέμα στο προσκήνιο μέσω ερωτήσεων και προς τον υπουργό Εξωτερικών Ν. Κοτζιά, ενώ στο μικροσκόπιο βρίσκονται και άλλες συμφωνίες για πώληση οπλικών συστημάτων. Παράλληλα, δε, η Πειραιώς θα διευρύνει τις επιθέσεις της στο μέτωπο της διαφάνειας, όπως καταδεικνύεται και από την επιλογή να αναδείξει το πρόβλημα του παράνομου στοιχηματισμού.
Εξίσου μεγάλο μέτωπο για το Μέγαρο Μαξίμου είναι, όμως, και αυτό των πλειστηριασμών, που ήδη πυροδοτούν αντιδράσεις στην κορυφή της κομματικής πυραμίδας του ΣΥΡΙΖΑ. Η κυβέρνηση είναι κυριολεκτικά εγκλωβισμένη, καθώς μάλιστα στο τέλος του έτους λήγει η ισχύς του νόμου Κατσέλη. Από στελέχη του κόμματος ζητείται η νομική προστασία της πρώτης κατοικίας, ενώ αρνητικά για την κυβερνητική εικόνα λειτουργούν και οι σκηνές χάους στα ειρηνοδικεία.
Θέλουν περισσότερους
Από την άλλη πλευρά, οι εκπρόσωποι των θεσμών πιέζουν για μεγάλη αύξηση του αριθμού των πλειστηριασμών, με το επιχείρημα ότι σε διαφορετική περίπτωση θα υπάρξουν σοβαρές επιπτώσεις κατά την αξιολόγηση του ελληνικού τραπεζικού συστήματος. Παράλληλα, τόσο η Ν.Δ. όσο και το Κίνημα Αλλαγής, όπως θα ονομαστεί μετά τη συμφωνία της κ. Φώφης Γεννηματά και του Στ. Θεοδωράκη ο νέος φορέας στον χώρο της Κεντροαριστεράς, θα διατηρήσουν στην κορυφή της αντιπολιτευτικής τους ατζέντας το ζήτημα των πλειστηριασμών, καθώς μάλιστα η παρούσα κυβέρνηση πριν από το 2015 είχε ως σημαία το σύνθημα «Κανένα σπίτι στα χέρια τραπεζίτη».
Σε κάθε περίπτωση, ο ανταγωνισμός μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και Κινήματος Αλλαγής θα είναι εξαιρετικά οξύς τους επόμενους μήνες, καθώς η ολοκληρωτική στροφή του κ. Τσίπρα στον «ρεαλισμό» οδηγεί τα δύο κόμματα στη διεκδίκηση του ίδιου πολιτικού ακροατηρίου.
Πάντως, μεσοπρόθεσμα το Μέγαρο Μαξίμου δεν θεωρεί την επικράτηση της κ. Φώφης Γεννηματά αρνητική εξέλιξη. Οπως λέγεται, η ρητορική της, των ευκρινών αποστάσεων από τη Ν.Δ., αλλά και η σύνθεση των δυνάμεων που τη στήριξαν στις εσωκομματικές εκλογές, επιτρέπουν τη δημιουργία διαύλων επικοινωνίας στο μέλλον, αν και όχι πριν από τις προσεχείς εκλογές όποτε και εάν τελικά αυτές διεξαχθούν. Εξάλλου, είναι σαφές μετά και τις τελευταίες εξελίξεις ότι η συμπόρευση ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ έχει ξεκάθαρη ημερομηνία λήξης, που δεν είναι άλλη από την ολοκλήρωση της τρέχουσας κυβερνητικής θητείας.
http://www.kathimerini.gr/937455/article/epikairothta/politikh/kinhsh-yyhloy-riskoy-apo-tsipra-me-synta3eisΤο Μέγαρο Μαξίμου εκτιμά πως, εάν οι δύο ανωτέρω όροι εκπληρωθούν, υπάρχουν βάσιμες ελπίδες το ελληνικό αίτημα να γίνει αποδεκτό. Οπως λέγεται, οι συμφωνηθείσες μειώσεις στις συντάξεις και στο αφορολόγητο ουσιαστικά επιβλήθηκαν από το ΔΝΤ ως «διαρθρωτικά» μέτρα και δεν αποτελούσαν μέρος της ατζέντας των θεσμών της Ευρωζώνης. Επίσης, προστίθεται, θα είναι δύσκολο, για πολιτικούς λόγους, τα κράτη-μέλη να εμφανίζονται να επιβάλλουν στην Ελλάδα μία –ακόμη– μεγάλη περικοπή στις συντάξεις, όταν διαφαίνεται ότι και χωρίς αυτήν μπορούν να επιτευχθούν τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα που έχουν κριθεί απαραίτητα για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους. Μάλιστα, πρόσθετο «παράθυρο» ευκαιρίας στην κατεύθυνση της επίτευξης του στόχου της Αθήνας μπορεί να αποτελέσουν οι πρόσφατες εξελίξεις στη Γερμανία, όπου διαφαίνεται η προοπτική συμμετοχής των Σοσιαλιστών, υπό τον κ. Σουλτς, στην κυβέρνηση.
Είναι προφανές ότι η τροπή που θα λάβει η συζήτηση για την περικοπή των συντάξεων θα επηρεάσει και τον χρόνο των εκλογών. Εάν ο κ. Τσίπρας επιτύχει να υπερβεί τον σκόπελο της εφαρμογής του μέτρου το 2019, θα έχει καθαρό τοπίο ακόμη και για την εξάντληση της τετραετίας. Σε διαφορετική περίπτωση, είναι πολύ πιθανή η προσφυγή στις κάλπες το φθινόπωρο του επόμενου έτους, ώστε το πολιτικό κόστος να μετακυλισθεί –τουλάχιστον εν μέρει– στον πρόεδρο της Ν.Δ. Κυρ. Μητσοτάκη.
Πάντως, ανεξαρτήτως του μεσοπρόθεσμου σχεδιασμού του, ο πρωθυπουργός καλείται να διαχειριστεί άμεσα μια σειρά από δυσεπίλυτα προβλήματα. Πρώτον, την υπόθεση Καμμένου, παρότι κυβερνητικά στελέχη ισχυρίζονται πως έχει «κλείσει» πολιτικά μετά την πρόσφατη μονομαχία Τσίπρα - Μητσοτάκη στη Βουλή και την απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για εμπάργκο όπλων στη Σαουδική Αραβία. Η Ν.Δ. φέρεται αποφασισμένη να διατηρήσει το θέμα στο προσκήνιο μέσω ερωτήσεων και προς τον υπουργό Εξωτερικών Ν. Κοτζιά, ενώ στο μικροσκόπιο βρίσκονται και άλλες συμφωνίες για πώληση οπλικών συστημάτων. Παράλληλα, δε, η Πειραιώς θα διευρύνει τις επιθέσεις της στο μέτωπο της διαφάνειας, όπως καταδεικνύεται και από την επιλογή να αναδείξει το πρόβλημα του παράνομου στοιχηματισμού.
Εξίσου μεγάλο μέτωπο για το Μέγαρο Μαξίμου είναι, όμως, και αυτό των πλειστηριασμών, που ήδη πυροδοτούν αντιδράσεις στην κορυφή της κομματικής πυραμίδας του ΣΥΡΙΖΑ. Η κυβέρνηση είναι κυριολεκτικά εγκλωβισμένη, καθώς μάλιστα στο τέλος του έτους λήγει η ισχύς του νόμου Κατσέλη. Από στελέχη του κόμματος ζητείται η νομική προστασία της πρώτης κατοικίας, ενώ αρνητικά για την κυβερνητική εικόνα λειτουργούν και οι σκηνές χάους στα ειρηνοδικεία.
Θέλουν περισσότερους
Από την άλλη πλευρά, οι εκπρόσωποι των θεσμών πιέζουν για μεγάλη αύξηση του αριθμού των πλειστηριασμών, με το επιχείρημα ότι σε διαφορετική περίπτωση θα υπάρξουν σοβαρές επιπτώσεις κατά την αξιολόγηση του ελληνικού τραπεζικού συστήματος. Παράλληλα, τόσο η Ν.Δ. όσο και το Κίνημα Αλλαγής, όπως θα ονομαστεί μετά τη συμφωνία της κ. Φώφης Γεννηματά και του Στ. Θεοδωράκη ο νέος φορέας στον χώρο της Κεντροαριστεράς, θα διατηρήσουν στην κορυφή της αντιπολιτευτικής τους ατζέντας το ζήτημα των πλειστηριασμών, καθώς μάλιστα η παρούσα κυβέρνηση πριν από το 2015 είχε ως σημαία το σύνθημα «Κανένα σπίτι στα χέρια τραπεζίτη».
Σε κάθε περίπτωση, ο ανταγωνισμός μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και Κινήματος Αλλαγής θα είναι εξαιρετικά οξύς τους επόμενους μήνες, καθώς η ολοκληρωτική στροφή του κ. Τσίπρα στον «ρεαλισμό» οδηγεί τα δύο κόμματα στη διεκδίκηση του ίδιου πολιτικού ακροατηρίου.
Πάντως, μεσοπρόθεσμα το Μέγαρο Μαξίμου δεν θεωρεί την επικράτηση της κ. Φώφης Γεννηματά αρνητική εξέλιξη. Οπως λέγεται, η ρητορική της, των ευκρινών αποστάσεων από τη Ν.Δ., αλλά και η σύνθεση των δυνάμεων που τη στήριξαν στις εσωκομματικές εκλογές, επιτρέπουν τη δημιουργία διαύλων επικοινωνίας στο μέλλον, αν και όχι πριν από τις προσεχείς εκλογές όποτε και εάν τελικά αυτές διεξαχθούν. Εξάλλου, είναι σαφές μετά και τις τελευταίες εξελίξεις ότι η συμπόρευση ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ έχει ξεκάθαρη ημερομηνία λήξης, που δεν είναι άλλη από την ολοκλήρωση της τρέχουσας κυβερνητικής θητείας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου